Χαιρετισμοί
Σημείωμα του συνθέτη στο δίσκο
Το καλοκαίρι φέτος ήταν ψυχρό. Τη νύχτα ο Ευάγγελος ένιωσε ένα σφίξιμο στην καρδιά. Κάθισε στο κρεβάτι και δίχως να σκέφτεται έβαλε τις χοντρές του μπότες. Έριξε πάνω από τις πιτζάμες το πουλόβερ και βγήκε στον κήπο. Κάθησε σε μια πέτρα, αντικρυστά στο άστρο Ιχώρ, και ονειρεύτηκε:
Ήταν μόνος σ΄έναν απέραντο κάμπο. Καθώς ρόδιζε η Ανατολή, είδε μια μεγάλη μαύρη γραμμή στη ρίζα του ορίζοντα. Ήταν τα τείχη. Δεν άκουσε λάλημα πετεινού, ούτε κελάηδισμα πουλιών. Όμως, καθώς το φως προχωρούσε, ανέβαινε μέσα από το χώμα ένα βουητό σαν μουρμούρισμα από χίλια στόματα μαζί, όμως σε διαφορετικούς τόνους το καθένα. Ήταν τα τείχη που τραγουδούσαν. Τότε γύρισε την πλάτη στα τείχη και είδε τη σκιά του να μεγαλώνει και να προχωρεί γρήγορα σα φίδι μέσα στον κίτρινο κάμπο. Ξαφνικά άκουσε ένα δυνατό ήχο, σαν έκρηξη μπόμπας, κατάλαβε ότι ο ίσκιος του τσακίστηκε πάνω στα τείχη. Δεν έκλαψε, μόνο σήκωσε το κεφάλι να δει τον ουρανό. Όμως, πράγμα παράξενο, ουρανός δεν υπήρχε.
Γύρισε κατά την ανατολή να δει τον ήλιο. Όμως, πράγμα παράξενο, τα τείχη ανέβαιναν, όσο ανέβαινε ο ήλιος, και τώρα το βουητό είχε πάρει ένα χρώμα κρυστάλλινου ήχου. Οι ακτίνες του ήλιου σημείωναν κάποιο σημείο στο κέντρο του θόλου. Ο Ευάγγελος άρχισε μονομιάς να τρέχει σέρνοντας πίσω του τα σκιά του. Θα ΄τρεχε τώρα πάνω από πέντε ώρες. Μια φωνή ξεχωριστή σαν στριγγλιά έπεσε με δύναμη μπροστά στα πόδια του κι άνοιξε ένα λάκκο βαθύ. Σταμάτησε απότομα και όταν σήκωσε το κεφάλι είδε χιλιάδες, εκατομμύρια χέρια να κουνιούνται λες και τον χαιρετούσαν. Τότε κατάλαβε ότι τα τείχη ήταν ζωντανά. Όταν όμως δοκίμασε να πηδήξει το λάκκο και να τρέξει προς το μέρος τους, τα χέρια έπεσαν όλα μονομιάς ξερά. Ένας ήχος τρομαχτικός έσκισε τον κίτρινο αέρα και είδε τα τείχη να φεύγουν, ώσπου στο τέλος ξανάγιναν μια μαύρη γραμμή, σαν ένα πέτσινο λουρί σφιγμένο στο σβέρκο του ορίζοντα.
Καθώς αυτός βρισκόταν ακόμα μπροστά στο βαθύ λάκκο, η σκιά του ακουμπούσε σε μια βελανιδιά στην άλλη άκρη του κάμπου. Και τότε, πράγμα παράξενο, η σκιά του άρχισε να σούρνεται μονάχη της ξεσκίζοντας τον πηχτόν αέρα σαν αεριωθούμενο. Σκέφτηκε πως ήρθε η ώρα που η σκιά θα οδηγεί τον άνθρωπο και προετοίμασε τη σκέψη και το σώμα του σ΄αυτό. Έπεσε με βία στα γόνατα τόσο που τον πόνεσαν. Τότε είδε τη σκιά του να γυρίζει γύρω του σαν ένας δείχτης ρολογιού, όμως πολύ πιο γρήγορα. Υπολόγισε πως για κάθε τέλεια στροφή ήθελε δέκα δευτερόλεπτα. Αυτός έμενε ακίνητος. Ένιωθε όμως μέσα στα σπλάχνα του κάτι τι να γυρίζει με την ίδια ταχύτητα, όμως αντίστροφα με τη σκιά του. Η διαδικασία αυτή τον απορρόφησε για πολλή ώρα. Προσπάθησε να σκεφτεί, όμως διαπίστωσε ότι ης σκέψη του είχε γίνει ένα με τη σκιά του. Ήταν βέβαιος τώρα ότι δεν ήταν τίποτ΄άλλο από τη σκιά της σκιάς του. Και όμως αυτή η βεβαιότητα τον καθησύχασε. Τότε είδε για πρώτη φορά τα μάτια. Ήταν χιλιάδες – εκατομμύρια μάτια. Και όλα τον κοίταζαν και είχαν την ίδια έκφραση. Ήταν ολοστρόγγυλα και η κόρη ήταν άσπρη και μεγάλη σαν μπιζέλι. Δεν είχαν βλέφαρα. Ούτε ανοιγόκλειναν. Όμως ήσαν ζωντανά, γιατί είχαν όλα μια λάμψη που έτρεμε σαν πεταλούδα. Και γιατί είχαν ακόμα μια τέτοια δύναμη που έλεγες πως βγάζουν ήχους χάλκινους από τρομπέτες.
Ο Ευάγγελος σηκώθηκε να κάνει εμετό. Έσκυψε, αποφεύγοντας τα μάτια, και άρχισε να πιέζει με τα δυό του χέρια την κοιλιά του. Μονομιάς ο ίσκιος του μαρμάρωσε και χωρίς να το θέλει άκουσε τη φωνή του να λέει : «ΕΞΟΔΟΣ». Τα μάτια χάθηκαν, όμως αυτός κατάλαβε ότι τα Τείχη βλέπουν.
Οι στρατιώτες ήρθαν να με συλλάβουν την ώρα που κοιμόμουνα. Με έγδυσαν και με διέταξαν να γονατίσω. Μετά μ΄έδεσαν πισθάγκωνα, όπως δένουν οι Αμερικάνοι τους αιχμαλώτους Βιετκόγκ. Όταν μπήκε η Μαρία ντράπηκα και τους είπα να μου βάλουν το σώβρακο. Μου ΄βαλαν το σώβρακο κι ένα χακί παντελόνι. Ήμουν ξυπόλητος και της είπα της Μαρίας να μου βάλει τα παπούτσια. Έσκυψε μπροστά μου και την ώρα που μου έδενε τα κορδόνια, της ψιθύρισα: «ΚΟΥΡΑΓΙΟ ΜΑΡΙΑ».
(Σημείωμα του Andreas Brandes για το έργο)
Ο κύκλος τραγουδιών ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ περιέχει δέκα μέρη-τραγούδια. Πέντε σε ποίηση του Γιάννη Θεοδωράκη, τέσσερα της Αγγελικής Ελευθερίου και ένα του ίδιου του συνθέτη.
Από τα ποιήματα του Γιάννη Θεοδωράκη τα τρία είναι ερωτικά και τα υπόλοιπα πιθανόν να αναφέρονται στα πάθη του αδερφού του, του συνθέτη, που την εποχή εκείνη γινόταν στόχος βίαιων επιθέσεων λόγω των πολιτικών του επιλογών:
Κάνε κουράγιο μη λυγάς, θα ΄ρθουν τραγούδια και για μας
Ψέματα οι ψεύτες θα σου πουν, στα όνειρά σου για να μπουν…
Αυτοί είναι στίχοι που παραπέμπουν κατευθείαν στην απεγνωσμένη προσπάθεια του Μίκη Θεοδωράκη να κρατηθεί όρθιος, καθώς οι σημαντικές πρωτοβουλίες που έπαιρνε εκείνη την εποχή, όπως λ.χ. η πρότασή του για τη δημιουργία του Κινήματος για την Ενότητα της Αριστεράς, ξεσήκωνε από παντού ανέμους. Τελικά το ΚΚΕ τον πρότεινε για υποψήφιο Δήμαρχο Αθηνών στις εκλογές του 1978. γεγονός που συσπείρωσε όλες τις υπόλοιπες πολιτικές δυνάμεις εναντίον του… Γενικά ό,τι κι αν έκανε, γινόταν στόχος όλων εκείνων που κάθε φορά θεωρούσαν ότι οι επιλογές του τους ζημιώνουν κομματικά… Πολύ δύσκολο πράγμα να παραμείνει κανείς ανεξάρτητος και μάλιστα στην μεταχουντική Ελλάδα.
Από τα ερωτικά τραγούδια σε στίχους του Γιάννη Θεοδωράκη ξεχωρίζει το Νύχτα Μαγικιά που έκτοτε γνωρίζει πολλές νέες εκτελέσεις-ερμηνείες και βρίσκεται πάντα στο προσκήνιο.
Τα υπόλοιπα δεν υπολείπονται σε λυρικότητα και ομορφιά:
Μίλα μου για τον αετό που έχασε τα φτερά του,
για τα΄αηδονάκι μίλα μου που έχασε τη λαλιά του.
Όπως επίσης στο Χωρίσαμε:
Στα μάτια σου καθρέφτιζες την ομορφιά του κόσμου
Κι η ομορφιά ήσουν εσύ κι ο κόσμος τ΄όνειρό σου…
Στίχοι απίστευτης ομορφιάς, βαθύτατα ποιητικοί, όπου η ερωτική διάθεση ντύνεται με τα χρώματα μιας λεπτότητας και μιας ευγένειας που μας παραπέμπει στις ωραιότερες στιγμές της ελληνικής δημοτικής ποιητικής παράδοσης.
Η μουσική που αναβλύζει μέσα απ΄αυτούς τους στίχους, μας κατακτά με την αμεσότητα, τον λυρισμό και την μαγεία της… Στοιχεία που επαυξάνει η ενορχήστρωση και η ερμηνεία της Γαλάνη.
Το Χαίρε σε στίχους του συνθέτη είναι ένας πολύχρωμος ύμνος στον έρωτα σε στιγμή μεγάλης και δυνατής ψυχικής έξαρσης. Ένας μικρός ύμνος στη χαρά:
Χαίρε πέτρινο λουλούδι με το χρώμα της φωτιάς
Χαίρε κόκκινο τραγούδι απ΄το αίμα της καρδιάς.
Ένας αληθινός χαιρετισμός, εξ ου και ο τίτλος του κύκλου.
Τα τέσσερα ποιήματα της Αγγελικής Ελευθερίου μας οδηγούν σε μια νέα διάσταση. Ο όρος «έντεχνο-λαϊκό» που δίνει έως τώρα ο συνθέτης στα τραγούδια του, παύει να ισχύει. Δεν ξέρω αν θα πρέπει να χαρακτηριστούν ακόμα και ως τραγούδια, δεδομένου ότι ξεπερνούν σε φόρμα και σε περιεχόμενο τα όρια ενός συνηθισμένου τραγουδιού. Η λέξη «όρια» βρίσκεται πιο κοντά για να τα χαρακτηρίσει. Εξ άλλου και η πλούσια και ευρηματική ενορχήστρωση συμβάλει σ΄αυτό. Ειδικά το τραγούδι Τα μονοπάτια της φωνής σου ξεπερνά σε δύναμη και λυρισμό ανάλογες περιπτώσεις που αποτελούν κορυφαίες στιγμές σε διάφορες όπερες. Θα λέγαμε ότι με τα τραγούδια αυτά ο Θεοδωράκης κάνει τα πρώτα του βήματα στο χώρο των Λυρικών έργων που έμελλε να συνθέσει.
Και μόνο με το στίχο γιατί στη μια φτερούγα μου έγραψα ότι φταις, ξεχειλίζει η καθαρά γυναικεία ποιητική ευαισθησία, που όπως φαίνεται, συγκλονίζει κυριολεκτικά τον συνθέτη, ο οποίος μας δωρίζει μελωδικές φράσεις, μεστές από πάθος και λυρική ένταση. Το τραγούδι γίνεται δραματικό, σχεδόν τραγικό, πάντοτε όμως άμεσο και ωραίο, προορισμένο για ν΄ακουστεί από το πλατύ κοινό των τραγουδιών του.
Είναι πάντως συναρπαστικό να διαπιστώνουμε το σπάσιμο μιας καθιερωμένης φόρμας όπως το τραγούδι μέσα σε ένα κύκλο τραγουδιών. Είναι μια μικρή επανάσταση, που ο συνθέτης την πραγματοποιεί με την «συνενοχή» της ποιήτριας αποδεικνύοντας ότι το στοιχείο που τον γαλβανίζει είναι αναζήτηση συνεχώς νέων εκφραστικών τρόπων και μέσων στον τομέα του τραγουδιού.
Έτσι θα χαρακτηρίζαμε τα τέσσερα τραγούδια της Αγγελικής Ελευθερίου σαν μέρη ενός Λυρικού συμφωνικού έργου. Άλλωστε η εμπνευσμένη ενορχήστρωση –η πρώτη σ΄αυτή τη διάσταση και είδος μέσα στη διαδρομή του ελληνικού τραγουδιού- ανυψώνει το έργο σε ένα νέο βάθρο. Με την συμβολή της Χορωδίας και της Σολίστ οι ΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΙ σηματοδοτούν μια καινούρια ποιότητα σε μια μουσική περιοχή-της δισκογραφίας-προορισμένη για ακροατές χωρίς ιδιαίτερες μουσικές γνώσεις, που πρέπει καταρχήν να κερδηθούν με τα βασικά στοιχεία που χαρακτηρίζουν το γνήσιο τραγούδι, την απλότητα, την αμεσότητα και την ομορφιά.